Извращать на греческом языке

Перевод: извращать, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
χαλώ, μπερδεύω, βλάπτω, χειροτερεύω, ανακατεύω, συγχέω, κακομαθαίνω, στίγμα, ψεγάδι, αμαυρώνω, στρεβλώνω, παραβλάπτω, παραχαϊδεύω, διαστρεβλώ, διαστρέφω, pervert, διαστροφή, διεστραμμένος
Извращать на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: извращать

извращать слова, совращать это, совращать значение, совращать синоним, извращать словарь иностранных слов греческий, извращать на греческом языке

Переводы

  • изворотливый на греческом языке - σβέλτος, εύστροφος, τετραπέρατος, ολισθηρός, γλιστερός, επινοητικός, εκκεντρικός, ...
  • извратить на греческом языке - χαλώ, χειροτερεύω, στίγμα, συγχέω, ψεγάδι, ανακατεύω, ρήμαγμα, ...
  • извращение на греческом языке - μαύλισμα, διαφθορά, αναστροφή, εκμαυλισμός, ξεμαύλισμα, αντιστροφή, διαστροφή, ...
  • извращенность на греческом языке - δυστροπία, διαστροφή, διαστροφής, τη διαστροφή, διαστρέβλωσης
Случайные слова
Извращать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: χαλώ, μπερδεύω, βλάπτω, χειροτερεύω, ανακατεύω, συγχέω, κακομαθαίνω, στίγμα, ψεγάδι, αμαυρώνω, στρεβλώνω, παραβλάπτω, παραχαϊδεύω, διαστρεβλώ, διαστρέφω, pervert, διαστροφή, διεστραμμένος