Изобличительный на греческом языке
Перевод: изобличительный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
καταδικαστικά, καταδικαστική, δριμύ, καταδικαστικό, καταδικαστικές
Другие языки
Родственные слова: изобличительный
изобличительный словарь иностранных слов греческий, изобличительный на греческом языке
Переводы
- изобличение на греческом языке - αποκάλυψη, έκθεση, ενοχοποίηση, απαγγελία κατηγορίας
- изобличитель на греческом языке - πληροφοριοδότες, πληροφοριοδοτών, καταγγελλόντων, καταγγελλόντων δυσλειτουργίες, καταγγέλλοντες δυσλειτουργίες
- изобличить на греческом языке - ξεσκεπάζω, εκθέτω, διαφαίνομαι, αποκαλύπτω, εκθέτουν, εκθέσει, εκθέτετε, ...
- изображать на греческом языке - ενσαρκώνω, αντιστοιχώ, εικόνα, αντικατοπτρίζω, πρόσωπο, περιγράφω, βάφω, ...
Случайные слова
Изобличительный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: καταδικαστικά, καταδικαστική, δριμύ, καταδικαστικό, καταδικαστικές
Переводы: καταδικαστικά, καταδικαστική, δριμύ, καταδικαστικό, καταδικαστικές