Изощренный на греческом языке
Перевод: изощренный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ωραίος, αψίκορος, οξυδερκής, εκλεπτυσμένος, ραφινάτος, έντονος, καλλιεργημένος, φίνος, κηλίδα, οξύς, λεπτός, ενδιαφερόμενος, μαλθακός, σοφιστικέ, εξεζητημένος, εξελιγμένα, εξελιγμένο, εξελιγμένες, εκλεπτυσμένο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: изощренный
изощренный вкус, изощренный перевод, изощренный убийца, изощренный мат, изощренный ум, изощренный словарь иностранных слов греческий, изощренный на греческом языке
Переводы
- изощрение на греческом языке - βελτίωση, τελειοποίηση, σχολαστικός, απαιτητικών, απαιτητικά, σχολαστικοί, απαιτητικός
- изощренность на греческом языке - βελτίωση, επιτήδευση, εκλέπτυνση, πολυπλοκότητα, πολυπλοκότητας, την εκλέπτυνση
- изощрить на греческом языке - βελτιώνω, καλλιεργώ, σκαλίζω, ραφινάρω, Εξελιγμένα, Sophisticated, Εκλεπτυσμένη, ...
- изощриться на греческом языке - αποκτώ, Εξελιγμένα, Sophisticated, Εκλεπτυσμένη, Εξελιγμένες, Εξελιγμένη
Случайные слова
Изощренный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ωραίος, αψίκορος, οξυδερκής, εκλεπτυσμένος, ραφινάτος, έντονος, καλλιεργημένος, φίνος, κηλίδα, οξύς, λεπτός, ενδιαφερόμενος, μαλθακός, σοφιστικέ, εξεζητημένος, εξελιγμένα, εξελιγμένο, εξελιγμένες, εκλεπτυσμένο
Переводы: ωραίος, αψίκορος, οξυδερκής, εκλεπτυσμένος, ραφινάτος, έντονος, καλλιεργημένος, φίνος, κηλίδα, οξύς, λεπτός, ενδιαφερόμενος, μαλθακός, σοφιστικέ, εξεζητημένος, εξελιγμένα, εξελιγμένο, εξελιγμένες, εκλεπτυσμένο