Иммунный на греческом языке
Перевод: иммунный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
απρόσβλητος, άτρωτος, ανοσοποιητικό, το ανοσοποιητικό, ανοσοποιητικού, του ανοσοποιητικού, ανοσολογική
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: иммунный
иммунный статус, иммунный анализ крови, иммунный синапс, иммунный лизис, иммунный ответ, иммунный словарь иностранных слов греческий, иммунный на греческом языке
Переводы
- иммунитет на греческом языке - αντοχή, ανοσία, αντίσταση, ασυδοσία, ασυλία, ασυλίας, ανοσίας, ...
- иммунность на греческом языке - ασυλία, Ανοσία, Η ασυλία, Immunity, ατρωσίας
- иммунология на греческом языке - ανοσολογία, Immunology, ανοσολογίας, της ανοσολογίας, την ανοσολογία
- импеданс на греческом языке - αντίσταση, σύνθετη αντίσταση, σύνθετης αντίστασης, εμπέδηση, αντίστασης
Случайные слова
Иммунный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: απρόσβλητος, άτρωτος, ανοσοποιητικό, το ανοσοποιητικό, ανοσοποιητικού, του ανοσοποιητικού, ανοσολογική
Переводы: απρόσβλητος, άτρωτος, ανοσοποιητικό, το ανοσοποιητικό, ανοσοποιητικού, του ανοσοποιητικού, ανοσολογική