Иноземец на греческом языке
Перевод: иноземец, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αλλοδαπός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
Другие языки
Родственные слова: иноземец
иноземец на руси, иноземец иноверец устар, иноземец иноверец, иноземец я, иноземец без прав в элладе, иноземец словарь иностранных слов греческий, иноземец на греческом языке
Переводы
- иногда на греческом языке - πότε-, περιοδικά, μερικές φορές, ενίοτε, ορισμένες φορές, φορές, κάποιες φορές
- иногородний на греческом языке - εξωτερικός, ξένος, μη κατοικών σε κάποιο μέρος, μη μονίμους κατοίκους, μη μονίμους κατοίκους των, μη κάτοικος Η.Π.Α.
- иноземный на греческом языке - εξωτερικός, ξένος, εξωτικός, εξωγήινος, αλλοδαπός, εξωτικά, εξωτικό, ...
- иной на греческом языке - άλλος, διαφορετικός, εναλλακτικός, νέος, καινούριος, άλλα, άλλες, ...
Случайные слова
Иноземец на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αλλοδαπός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
Переводы: αλλοδαπός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων