Исколотить на греческом языке
Перевод: исколотить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
συντρίβω, δέρνω, κόλλα, θρυμματίζω, άνω, πάνω, νικώ, βροχή, αντεπίθεση, διάλειμμα, κομματιάζω, χτυπώ, διάλλειμα, σπάζω, ήττα, Τρυπήσει, Διάτρητοι, τρυπηθεί, περίπτωση διάτρησης, διάτρησης αντικαταστήστε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: исколотить
исколотить словарь иностранных слов греческий, исколотить на греческом языке
Переводы
- исключить на греческом языке - εξαλείφω, απελαύνω, αποβάλλω, αποκλείω, διαγράφω, αποκλείουν, αποκλείει, ...
- исковеркать на греческом языке - ανακατεύω, ψεγάδι, μπερδεύω, χειροτερεύω, κακομαθαίνω, στίγμα, βλάπτω, ...
- искомое на греческом языке - απαιτείται, απαιτούνται, που απαιτείται, που απαιτούνται, απαιτούμενη
- исконный на греческом языке - προϊστορικός, ιθαγενής, πρωτότυπος, γηγενής, γνήσιος, αρχέγονος, πρωταρχικός, ...
Случайные слова
Исколотить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: συντρίβω, δέρνω, κόλλα, θρυμματίζω, άνω, πάνω, νικώ, βροχή, αντεπίθεση, διάλειμμα, κομματιάζω, χτυπώ, διάλλειμα, σπάζω, ήττα, Τρυπήσει, Διάτρητοι, τρυπηθεί, περίπτωση διάτρησης, διάτρησης αντικαταστήστε
Переводы: συντρίβω, δέρνω, κόλλα, θρυμματίζω, άνω, πάνω, νικώ, βροχή, αντεπίθεση, διάλειμμα, κομματιάζω, χτυπώ, διάλλειμα, σπάζω, ήττα, Τρυπήσει, Διάτρητοι, τρυπηθεί, περίπτωση διάτρησης, διάτρησης αντικαταστήστε