Искусность на греческом языке
Перевод: искусность, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
επιδεξιότητα, ικανότητα, φινέτσα, φιλοτεχνία, ευφυΐα, επιστήμη, λεπτότητα, τέχνη, εφευρετικότητα, ειδικότης, ειδικότητα, adeptness, δεξιότητα, δεξιότητας
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: искусность
искусность удача в бою, искусность контроль над маной, искусность паладин, искусность вов, искусность длань света, искусность словарь иностранных слов греческий, искусность на греческом языке
Переводы
- искусница на греческом языке - ερωμένη, κυρία, την ερωμένη, κυρά, ερωμένη του
- искусно на греческом языке - ικανά, επιδέξια, βαθιά, κομψά, σβέλτα, επιδεξίως, δεξιοτεχνία, ...
- искусный на греческом языке - επιδέξιος, έντεχνος, οξυδερκής, φίνος, ειδικός, μυτερός, αιφνίδιος, ...
- искусственность на греческом языке - επιτήδευση, εκζήτηση, προσποίηση, πλαστότης, τεχνητού, τεχνητό, πλαστότητα
Случайные слова
Искусность на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: επιδεξιότητα, ικανότητα, φινέτσα, φιλοτεχνία, ευφυΐα, επιστήμη, λεπτότητα, τέχνη, εφευρετικότητα, ειδικότης, ειδικότητα, adeptness, δεξιότητα, δεξιότητας
Переводы: επιδεξιότητα, ικανότητα, φινέτσα, φιλοτεχνία, ευφυΐα, επιστήμη, λεπτότητα, τέχνη, εφευρετικότητα, ειδικότης, ειδικότητα, adeptness, δεξιότητα, δεξιότητας