Иссекать на греческом языке
Перевод: иссекать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης
Другие языки
Родственные слова: иссекать
иссекать это, иссякать проверочное слово, рассекать десну, иссекать рубец, иссекать словарь иностранных слов греческий, иссекать на греческом языке
Переводы
- испытывать на греческом языке - εκδικάζω, ελέγχω, υποφέρω, δοκιμάζω, εμπειρία, πονώ, ξέρω, ...
- испытывающий на греческом языке - προκλητική, πρόκληση, προκλητικό, δύσκολο, προκλήσεις
- иссечение на греческом языке - εκτομή, αποκοπή, αποκοπής, εκτομής, την εκτομή
- исследование на греческом языке - ανάκριση, διεργασία, εξερεύνηση, ανάλυση, ερώτηση, σπουδές, έρευνα, ...
Случайные слова
Иссекать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης
Переводы: ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης