Истощать на греческом языке
Перевод: истощать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
πεινώ, τραβώ, μειώνω, λιμοκτονώ, σχάρα, μέγγενη, έλκω, αμβλύνω, ελαφρύνω, εξάτμιση, ράφι, επισύρω, ζουμί, φορώ, χυμός, ξοδεύω, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: истощать
истощать организм, истощаться проверочное слово, истощать вики, как быстро истощать, что такое истощать, истощать словарь иностранных слов греческий, истощать на греческом языке
Переводы
- источник на греческом языке - ρίζα, εκτροφέας, πατρότητα, σπέρνω, μητέρα, νομισματοκοπείο, πηγή, ...
- истошный на греческом языке - σπαραξικάρδιος, σπαραξικάρδια, ταλανίζει, δυσάρεστη, σπαρακτική
- истощаться на греческом языке - πεινώ, λιμοκτονώ, σπατάλη, σπαταλώ, λύμα, συρρικνώνομαι, απόβλητα, ...
- истощающий на греческом языке - emaciating
Случайные слова
Истощать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: πεινώ, τραβώ, μειώνω, λιμοκτονώ, σχάρα, μέγγενη, έλκω, αμβλύνω, ελαφρύνω, εξάτμιση, ράφι, επισύρω, ζουμί, φορώ, χυμός, ξοδεύω, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Переводы: πεινώ, τραβώ, μειώνω, λιμοκτονώ, σχάρα, μέγγενη, έλκω, αμβλύνω, ελαφρύνω, εξάτμιση, ράφι, επισύρω, ζουμί, φορώ, χυμός, ξοδεύω, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε