Капризный на греческом языке
Перевод: капризный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
άτακτος, πικρόχολος, αυθαίρετος, ιδιότροπος, αλλοπρόσαλλος, αβέβαιος, άστατος, αμφίβολος, εκκεντρικός, δύστροπος, ζωηρός, φαντασιόπληκτος, ιδιότροπη, εκκεντρική γραμματοσειρά, παιχνιδιάρικη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: капризный
капризный ребенок 3 года, капризный мальчик, капризный ребенок, капризный синоним, капризный антоним, капризный словарь иностранных слов греческий, капризный на греческом языке
Переводы
- капризничать на греческом языке - δίνω, παραδίνω, είναι αυθαίρετη
- капризность на греческом языке - κατήφεια, moodiness, απότομες αλλαγές διάθεσης, η κατήφεια, ιδιοτροπία
- каприоль на греческом языке - αναπήδημα ίππου
- капрон на греческом языке - ποδιά, καπρόνης
Случайные слова
Капризный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: άτακτος, πικρόχολος, αυθαίρετος, ιδιότροπος, αλλοπρόσαλλος, αβέβαιος, άστατος, αμφίβολος, εκκεντρικός, δύστροπος, ζωηρός, φαντασιόπληκτος, ιδιότροπη, εκκεντρική γραμματοσειρά, παιχνιδιάρικη
Переводы: άτακτος, πικρόχολος, αυθαίρετος, ιδιότροπος, αλλοπρόσαλλος, αβέβαιος, άστατος, αμφίβολος, εκκεντρικός, δύστροπος, ζωηρός, φαντασιόπληκτος, ιδιότροπη, εκκεντρική γραμματοσειρά, παιχνιδιάρικη