Категорический на греческом языке
Перевод: категорический, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: категорический
категорический императив и.канта предписывает человеку, категорический силлогизм включает в себя, категорический императив, категорический императив пример, категорический вывод эксперта, категорический словарь иностранных слов греческий, категорический на греческом языке
Переводы
- категориальный на греческом языке - κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
- категорически на греческом языке - κατηγορηματικά, κατηγορηματικά την, κατηγορηματικώς, κατηγορηματικό, κατηγορηματικό τρόπο
- категорическое на греческом языке - κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
- категорично на греческом языке - κατηγορηματικά, κατηγορηματικά την, κατηγορηματικώς, κατηγορηματικό, κατηγορηματικό τρόπο
Случайные слова
Категорический на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
Переводы: αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές