Клейкость на греческом языке
Перевод: клейкость, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
συγκολλητικότητα, συγκολλητικότητας, προσκολλητικότητα, κολλητικότητα, ικανότητα προσκόλλησης
Другие языки
Родственные слова: клейкость
клейкость сырного зерна, клейкость мокроты, клейкость муки, клейкость банного листа, липкость во рту, клейкость словарь иностранных слов греческий, клейкость на греческом языке
Переводы
- клейкий на греческом языке - κόλλα, γλοιώδης, κολλώδης, κολλητικός, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, ...
- клейковина на греческом языке - γλουτένη, γλουτένης, τη γλουτένη, στη γλουτένη, σε γλουτένη
- клеймение на греческом языке - βαθμολόγηση, σήμανση, σήμανσης, τη σήμανση, επισήμανση
- клеймить на греческом языке - μάρκα, εγκοπή, καυτηριάζω, στιγματίζω, εντυπωσιάζω, καίω, σφραγίδα, ...
Случайные слова
Клейкость на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: συγκολλητικότητα, συγκολλητικότητας, προσκολλητικότητα, κολλητικότητα, ικανότητα προσκόλλησης
Переводы: συγκολλητικότητα, συγκολλητικότητας, προσκολλητικότητα, κολλητικότητα, ικανότητα προσκόλλησης