Крепкий на греческом языке

Перевод: крепкий, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αλύγιστος, ισχυρός, δύσκολος, γρήγορος, σκληροτράχηλος, συμπαγής, ακλόνητος, αξιόπιστος, σφιχτός, συνεπής, στενός, ήχος, ρωμαλέος, φωνή, απτόητος, ουσιαστικός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Крепкий на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: крепкий

крепкий орешек, крепкий орешек 2, крепкий орешек 4, крепкий орешек смотреть онлайн, крепкий орешек 3, крепкий словарь иностранных слов греческий, крепкий на греческом языке

Переводы

  • крепить на греческом языке - φτιάχνω, εμπεδώνω, ξυλεία, στήριγμα, καρδαμώνω, ενισχύω, υποστήριγμα, ...
  • крепиться на греческом языке - εμμένω, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται
  • крепко на греческом языке - σταθερά, σφικτά, ακράδαντα, σφιχτός, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, ...
  • крепкоголовый на греческом языке - krepkogolovy
Случайные слова
Крепкий на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αλύγιστος, ισχυρός, δύσκολος, γρήγορος, σκληροτράχηλος, συμπαγής, ακλόνητος, αξιόπιστος, σφιχτός, συνεπής, στενός, ήχος, ρωμαλέος, φωνή, απτόητος, ουσιαστικός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές