Мощный на греческом языке
Перевод: мощный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κραταιός, ρωμαλέος, τεράστιος, αυταρχικός, δυναμικός, αλαζονικός, παντοδύναμος, παντοκράτορας, ισχυρός, πελώριος, επιτακτικός, δεσποτικός, δυνατός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ισχυρές
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: мощный
мощный wifi роутер, мощный пневматический пистолет, мощный жиросжигатель, мощный фонарик, мощный роутер, мощный словарь иностранных слов греческий, мощный на греческом языке
Переводы
- мощно на греческом языке - δυναμικά, δύναμη, με δύναμη, έντονα, ισχυρά
- мощность на греческом языке - κύρος, τιμή, εκτίμηση, παραγωγή, αναλογία, χωρητικότητα, δασμοί, ...
- мощь на греческом языке - ρώμη, κύρος, δύναμη, μπορούσα, εξουσία, ισχύς, ισχύος, ...
- моющий на греческом языке - πλύσιμο, πλύση, ρούχων, πλύσης, πλυσίματος
Случайные слова
Мощный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κραταιός, ρωμαλέος, τεράστιος, αυταρχικός, δυναμικός, αλαζονικός, παντοδύναμος, παντοκράτορας, ισχυρός, πελώριος, επιτακτικός, δεσποτικός, δυνατός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ισχυρές
Переводы: κραταιός, ρωμαλέος, τεράστιος, αυταρχικός, δυναμικός, αλαζονικός, παντοδύναμος, παντοκράτορας, ισχυρός, πελώριος, επιτακτικός, δεσποτικός, δυνατός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ισχυρές