Набегать на греческом языке
Перевод: набегать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
περισυλλέγω, μαζεύω, κύμα, συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, ξεχύνομαι, ερχόταν σε αντίθεση με, ερχόταν σε αντίθεση, τρέχει έναντι, τρέχει εις βάρος, συναντήσουμε αντιστάσεις
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: набегать
набегать на караваны, набегать словарь иностранных слов греческий, набегать на греческом языке
Переводы
- набат на греческом языке - συναγερμός, τρομάζω, κώδων κινδύνου, κώδωνα
- набег на греческом языке - επιδρομή, εισβολή, RAID, επιδρομής, έφοδο, έφοδος
- набегаться на греческом языке - έχω, έχε, ερχόταν σε αντίθεση με, ερχόταν σε αντίθεση, τρέχει έναντι, τρέχει εις βάρος, συναντήσουμε αντιστάσεις
- набекрень на греческом языке - acock
Случайные слова
Набегать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: περισυλλέγω, μαζεύω, κύμα, συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, ξεχύνομαι, ερχόταν σε αντίθεση με, ερχόταν σε αντίθεση, τρέχει έναντι, τρέχει εις βάρος, συναντήσουμε αντιστάσεις
Переводы: περισυλλέγω, μαζεύω, κύμα, συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, ξεχύνομαι, ερχόταν σε αντίθεση με, ερχόταν σε αντίθεση, τρέχει έναντι, τρέχει εις βάρος, συναντήσουμε αντιστάσεις