Надзиратель на греческом языке
Перевод: надзиратель, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
λογοκρίνω, αφεντικό, επιτηρητής, επιθεωρητής, επόπτης, λογοκριτής, ελεγκτής, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: надзиратель
надзиратель шон, надзиратель тередис, надзиратель хонки, надзиратель скользорук, надзиратель за сми, надзиратель словарь иностранных слов греческий, надзиратель на греческом языке
Переводы
- надеяться на греческом языке - ελπίζω, προλαμβάνω, ελπίδα, αποσπώ, ευελπιστώ, περιμένω, αποκόβω, ...
- надземный на греческом языке - πάνω από το κεφάλι, γενικά, εναέρια, εναέριων, εναέριας
- надзирательница на греческом языке - οικοδέσποινα, οικοδέσποινας, προϋσταμένης νοσοκόμου, προστάτισσα, προϊσταμένη
- надзирать на греческом языке - επιτηρώ, επιβλέπω, παραγνωρίζω, εποπτεύω, παραβλέπω, εποπτεύει, επιβλέπει, ...
Случайные слова
Надзиратель на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: λογοκρίνω, αφεντικό, επιτηρητής, επιθεωρητής, επόπτης, λογοκριτής, ελεγκτής, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη
Переводы: λογοκρίνω, αφεντικό, επιτηρητής, επιθεωρητής, επόπτης, λογοκριτής, ελεγκτής, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη