Назначенный на греческом языке
Перевод: назначенный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
λεπτομερής, ονομαστικός, τοποθετώ, διεξοδικός, καθορισμένος, ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: назначенный
назначенный адвокат, назначенный срок службы гост, назначенный судьбой текст, назначенный хиттер, назначенный срок службы, назначенный словарь иностранных слов греческий, назначенный на греческом языке
Переводы
- назначать на греческом языке - απονέμω, κανονίζω, επιβάλλω, φτιάχνω, εξουσιοδότηση, προτείνω, προορίζω, ...
- назначение на греческом языке - προορισμός, κατανομή, χρίσμα, σκοπός, λειτουργία, δεξίωση, ραντεβού, ...
- назначить на греческом языке - χορηγώ, τοποθετώ, εξουσιοδότηση, αναθέτω, φτιάχνω, προτείνω, αποστέλλω, ...
- назойливо на греческом языке - importunately
Случайные слова
Назначенный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: λεπτομερής, ονομαστικός, τοποθετώ, διεξοδικός, καθορισμένος, ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό
Переводы: λεπτομερής, ονομαστικός, τοποθετώ, διεξοδικός, καθορισμένος, ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό