Направлять на греческом языке
Перевод: направлять, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κούνια, βάζω, λουρί, κλίνω, κυβερνώ, οδηγός, διεύθυνση, ξεναγώ, σκοπός, μόλυβδος, απευθύνω, γέρνω, σειρά, αναφέρομαι, σκηνοθετώ, παραπέμπω, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: направлять
отправлять или отправлять, направлять отчеты по счету карты, направлять перевод, направлять на врага, направлять викисловарь, направлять словарь иностранных слов греческий, направлять на греческом языке
Переводы
- направленность на греческом языке - τάση, ροπή, μόδα, κατεύθυνση, κατευθυντικότητα, κατευθυντικότητας, της κατευθυντικότητας, ...
- направленный на греческом языке - σκηνοθεσία, κατευθύνονται, κατευθύνεται, κατευθυνόμενη, σε σκηνοθεσία
- направляться на греческом языке - απεργία, προορίζω, προβαίνω, προχωρώ, περπατώ, φτιάχνω, ρυθμός, ...
- направляющая на греческом языке - οδηγός, καθοδηγώ, ξεναγώ, ξεναγός, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, ...
Случайные слова
Направлять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κούνια, βάζω, λουρί, κλίνω, κυβερνώ, οδηγός, διεύθυνση, ξεναγώ, σκοπός, μόλυβδος, απευθύνω, γέρνω, σειρά, αναφέρομαι, σκηνοθετώ, παραπέμπω, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν
Переводы: κούνια, βάζω, λουρί, κλίνω, κυβερνώ, οδηγός, διεύθυνση, ξεναγώ, σκοπός, μόλυβδος, απευθύνω, γέρνω, σειρά, αναφέρομαι, σκηνοθετώ, παραπέμπω, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν