Наступать на греческом языке
Перевод: наступать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
πνιγηρός, αποπνιχτικός, ωριμάζω, έρχομαι, μεστός, φθάνω, φτάνω, ώριμος, τσαλαπατώ, μεστώνω, πατημασιά, βήμα, κολλητός, κοντά, προκαταβολή, πρόοδος, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: наступать
наступать на грабли, наступать на язык, наступать на те же грабли, наступать на кулачество это значит, наступать на одни и те же грабли, наступать словарь иностранных слов греческий, наступать на греческом языке
Переводы
- настудить на греческом языке - δροσερός, ρίγος, καταψύχω, ανατριχίλα, παγερός, nastudit
- наступательный на греческом языке - προσβλητικός, συνέπεια, επίθεση, επιθετικός, προσβλητικό, επιθετική, προσβλητική
- наступить на греческом языке - βρίσκομαι, διανύω, είμαι, έλα, έρθει, έρχονται, προέρχονται, ...
- наступление на греческом языке - προκαταβάλλω, πρόοδος, αδίκημα, επιδρομή, επιτίθεμαι, αρχή, προσεγγίζω, ...
Случайные слова
Наступать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: πνιγηρός, αποπνιχτικός, ωριμάζω, έρχομαι, μεστός, φθάνω, φτάνω, ώριμος, τσαλαπατώ, μεστώνω, πατημασιά, βήμα, κολλητός, κοντά, προκαταβολή, πρόοδος, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Переводы: πνιγηρός, αποπνιχτικός, ωριμάζω, έρχομαι, μεστός, φθάνω, φτάνω, ώριμος, τσαλαπατώ, μεστώνω, πατημασιά, βήμα, κολλητός, κοντά, προκαταβολή, πρόοδος, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει