Недоплачивать на греческом языке
Перевод: недоплачивать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
πληρωμή, πληρώνω, πληρώνω ανεπαρκώς, ανεπαρκώς, αμοιβώ ανεπαρκώς, εξοφλήσετε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: недоплачивать
недоплачивать словарь иностранных слов греческий, недоплачивать на греческом языке
Переводы
- недопеченный на греческом языке - λάσκος, αργοκίνητος, χαλαρός, μπόσικος, μισοψημένος, ατελής, ημιψημένου, ...
- недоплатить на греческом языке - πληρωμή, πληρώνω, πληρώνω ανεπαρκώς, ανεπαρκώς, αμοιβώ ανεπαρκώς, εξοφλήσετε
- недополучать на греческом языке - λαμβάνω, παραλαμβάνω, λαμβάνουν λιγότερα, λαμβάνουν λιγότερη, λαμβάνουν λιγότερο, τυγχάνουν λιγότερο, λάβει λιγότερα
- недопроявленный на греческом языке - υπανάπτυκτος, υπανάπτυκτες, υπανάπτυκτη, υποανάπτυκτες, υπανάπτυκτων
Случайные слова
Недоплачивать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: πληρωμή, πληρώνω, πληρώνω ανεπαρκώς, ανεπαρκώς, αμοιβώ ανεπαρκώς, εξοφλήσετε
Переводы: πληρωμή, πληρώνω, πληρώνω ανεπαρκώς, ανεπαρκώς, αμοιβώ ανεπαρκώς, εξοφλήσετε