Нерешающий на греческом языке
Перевод: нерешающий, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διστακτικός, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: нерешающий
решающий выбор, нерешающий словарь иностранных слов греческий, нерешающий на греческом языке
Переводы
- нерепрезентативный на греческом языке - δευτερεύων, αντιπροσωπευτικές, αντιπροσωπευτικά, μη αντιπροσωπευτικές, μη αντιπροσωπευτικά, αντιπροσωπευτικότητα
- нерест на греческом языке - γεννώ, γεννοβολώ, ωοτοκίας, αναπαραγωγής, ωοτοκία, αναπαραγωγικής, αναπαραγωγικού
- нерешенность на греческом языке - κορμοστασιά, εκκρεμότης, εκκρεμότητας, εκκρεμοδικία, σχετική εκκρεμοδικία, εκκρεμοδικία που
- нерешенный на греческом языке - άστατος, εκκρεμή, εκκρεμείς, των εκκρεμών, μη διακανονισθείσες
Случайные слова
Нерешающий на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διστακτικός, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο
Переводы: διστακτικός, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο