Обделать на греческом языке
Перевод: обделать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τερματισμός, κατεργάζομαι, θεραπεύω, περατώνω, εργασία, επεξεργάζομαι, σκαλίζω, κερνώ, καλλιεργώ, τέλος, διαδικασία, εργάζομαι, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, δουλειά, δουλεύω, σφυρήλατο, από σφυρήλατο, κατεργασμένα, σφυρήλατα, που προκάλεσε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: обделать
обделать машину, обделать фото, обделать машину онлайн, отделать дом сайдингом, обделать фотографию, обделать словарь иностранных слов греческий, обделать на греческом языке
Переводы
- обдаваться на греческом языке - ρίχνω, χιμώ, βάζω, περιχύστε, περιχύνετε, περιχύνουμε, περιχύνουμε με, ...
- обдаться на греческом языке - χιμώ, βάζω, ρίχνω, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ...
- обделывать на греческом языке - τερματισμός, κόβω, δουλειά, τέλος, σκαλίζω, φόρεμα, καλλιεργώ, ...
- обделять на греческом языке - ζαβολιάρης, κλέβω, φενακίζω, στερεί, στερήσει, στερούν, στερούσε, ...
Случайные слова
Обделать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τερματισμός, κατεργάζομαι, θεραπεύω, περατώνω, εργασία, επεξεργάζομαι, σκαλίζω, κερνώ, καλλιεργώ, τέλος, διαδικασία, εργάζομαι, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, δουλειά, δουλεύω, σφυρήλατο, από σφυρήλατο, κατεργασμένα, σφυρήλατα, που προκάλεσε
Переводы: τερματισμός, κατεργάζομαι, θεραπεύω, περατώνω, εργασία, επεξεργάζομαι, σκαλίζω, κερνώ, καλλιεργώ, τέλος, διαδικασία, εργάζομαι, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, δουλειά, δουλεύω, σφυρήλατο, από σφυρήλατο, κατεργασμένα, σφυρήλατα, που προκάλεσε