Обособляться на греческом языке
Перевод: обособляться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ιδιαίτερος, χωριστός, χωρίζω, εξέδρα, ξεχωριστός, ξεχωρίζουν, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, να ξεχωρίζουν, σταθει περα
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: обособляться
обособляться это, обособляться википедия, что может обособляться, что значит обособляться, обособляться синоним, обособляться словарь иностранных слов греческий, обособляться на греческом языке
Переводы
- обособленный на греческом языке - ιδιαίτερος, απομονωμένος, ασυντρόφευτος, ξεχωριστός, χωριστός, μοναχικός, χωρίζω, ...
- обособлять на греческом языке - διαχωρίζω, εξέδρα, απομονώνω, χωρίζω, ξεχωριστός, χωριστός, ιδιαίτερος, ...
- обострение на греческом языке - κλιμάκωση, εντατικοποίηση, επαύξηση, παρόξυνση, έξαρση, έξαρσης, επιδείνωση, ...
- обостренный на греческом языке - ευδιάκριτος, οξυδερκής, κοφτερός, μυτερός, διακεκριμένος, αιφνίδιος, διαπρεπής, ...
Случайные слова
Обособляться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ιδιαίτερος, χωριστός, χωρίζω, εξέδρα, ξεχωριστός, ξεχωρίζουν, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, να ξεχωρίζουν, σταθει περα
Переводы: ιδιαίτερος, χωριστός, χωρίζω, εξέδρα, ξεχωριστός, ξεχωρίζουν, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, να ξεχωρίζουν, σταθει περα