Обстоятельный на греческом языке
Перевод: обстоятельный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
στενός, λεπτομερής, λεπτό, περίτεχνος, πλήρης, εξονυχιστικός, προσεγμένος, μικροσκοπικός, περιεκτικός, διεξοδικός, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: обстоятельный
обаятельный синонимы, обстоятельный анализ, обстоятельный вики, обстоятельный обзорчик про индию, обстоятельный оборот, обстоятельный словарь иностранных слов греческий, обстоятельный на греческом языке
Переводы
- обстоятельно на греческом языке - σε, κατά συμπέρασμα, περιστασιακά, περιστασιακά από, περιστασιακούς, απαιτούν οι περιστάσεις
- обстоятельность на греческом языке - circumstantiality
- обстоятельственный на греческом языке - επιρρηματικός, επιρρηματικές, επιρρηματικό, επιρρηματικών, επιρρηματικοί
- обстоятельство на греческом языке - βαλίτσα, κατάσταση, πηγαίνω, πλαίσιο, περίπτωση, θήκη, υπόθεση, ...
Случайные слова
Обстоятельный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: στενός, λεπτομερής, λεπτό, περίτεχνος, πλήρης, εξονυχιστικός, προσεγμένος, μικροσκοπικός, περιεκτικός, διεξοδικός, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Переводы: στενός, λεπτομερής, λεπτό, περίτεχνος, πλήρης, εξονυχιστικός, προσεγμένος, μικροσκοπικός, περιεκτικός, διεξοδικός, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές