Оглушить на греческом языке
Перевод: оглушить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ζαλίζω, συντρίβω, αναισθητοποίηση, την αναισθητοποίηση, αναισθητοποίηση των, αναισθητοποιεί
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: оглушить
оглушить соколова dishonored, оглушить синоним, оглушить двух зайцев одновременно, оглушить менестрелей, оглушить способ образования, оглушить словарь иностранных слов греческий, оглушить на греческом языке
Переводы
- оглушенный на греческом языке - κεραυνόπληκτος, Thunderstruck, κεραυνοβόλου, κεραυνόπληκτες, κεραυνόπληκτο
- оглушительный на греческом языке - εκκωφαντική, εκκωφαντικός, εκκωφαντικό, εκκωφαντικές, εκκωφαντικών
- оглядеть на греческом языке - επιθεωρώ, κριτική, μελέτη, έρευνα, εξετάζω, αναθεωρώ, παραβλέπω, ...
- оглядеться на греческом языке - έχε, έχω, κοιτάξουμε γύρω μας, κοιτάζω γύρω, να κοιτάξουμε γύρω μας, κοιτάξουμε γύρω, κοιτάξτε γύρω
Случайные слова
Оглушить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ζαλίζω, συντρίβω, αναισθητοποίηση, την αναισθητοποίηση, αναισθητοποίηση των, αναισθητοποιεί
Переводы: ζαλίζω, συντρίβω, αναισθητοποίηση, την αναισθητοποίηση, αναισθητοποίηση των, αναισθητοποιεί