Опылить на греческом языке
Перевод: опылить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
γονιμοποιώ άνθος, γονιμοποιούν, επικονιάζουν, την επικονίαση, επικονίαση των
Другие языки
Родственные слова: опылить
опылить огурцы, опылить виноград, опылить помидоры, опылить цикламен, опылить баклажан, опылить словарь иностранных слов греческий, опылить на греческом языке
Переводы
- опыливать на греческом языке - σκόνη, ξεσκονίζονται, πασπαλισμένη, πασπαλίζεται, πασπαλισμένο, επίπαση
- опылитель на греческом языке - λίπασμα, επικονιαστή, επικονιαστής, επικονιαστών, χρησιμοποίηση επικονιαστής, από επικονιαστή
- опылять на греческом языке - ψεκάζω, γονιμοποιώ άνθος, γονιμοποιούν, επικονιάζουν, την επικονίαση, επικονίαση των
- опыт на греческом языке - πειραματίζομαι, εμπειρία, απόπειρα, προσπάθεια, πείραμα, ελέγχω, προσπαθώ, ...
Случайные слова
Опылить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: γονιμοποιώ άνθος, γονιμοποιούν, επικονιάζουν, την επικονίαση, επικονίαση των
Переводы: γονιμοποιώ άνθος, γονιμοποιούν, επικονιάζουν, την επικονίαση, επικονίαση των