Опытный на греческом языке

Перевод: опытный, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εξεζητημένος, σοφιστικέ, καλλιεργημένος, έντεχνος, προχωρημένος, ειδικός, επιτήδειος, δειλός, εμπειρογνώμονας, ικανός, επιδέξιος, εμπειρογνώμων, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, έμπειρο
Опытный на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: опытный

опытный завод электрон, опытный стекольный завод, опытный охотник, опытный наездник на драконе, опытный кролик, опытный словарь иностранных слов греческий, опытный на греческом языке

Переводы

  • опытник на греческом языке - πειραματιστής, πειραματιστή, πειραματιζόμενο, ερευνητή, πειραματιζόμενος
  • опытность на греческом языке - εμπειρία, ικανότητα, πείρα, εμπειρίας, την εμπειρία, εμπειριών
  • опьяневший на греческом языке - μεθυσμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
  • опьянение на греческом языке - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
Случайные слова
Опытный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εξεζητημένος, σοφιστικέ, καλλιεργημένος, έντεχνος, προχωρημένος, ειδικός, επιτήδειος, δειλός, εμπειρογνώμονας, ικανός, επιδέξιος, εμπειρογνώμων, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, έμπειρο