Осанка на греческом языке
Перевод: осанка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
θέση, πόζα, παρουσία, τοποθετώ, άμαξα, τοποθεσία, συμπεριφορά, σχέση, ποζάρω, βαγόνι, έδρανο, στάση, στάση του σώματος, στάσης, τη στάση, τη στάση του σώματος
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: осанка
осанка виды, осанка 31, осанка и здоровье, осанка это, осанка и плоскостопие, осанка словарь иностранных слов греческий, осанка на греческом языке
Переводы
- осалить на греческом языке - πιάνω, αρπάζω, osalit
- осанистый на греческом языке - επιβλητικός, σχέση, αξιοπρεπής, έδρανο, στάση, εύσωμος, παχύς
- осваивание на греческом языке - εξοικείωση, εξοικείωσης, την εξοικείωση, η εξοικείωση, εξοικείωσή
- осваивать на греческом языке - δεξιοτέχνης, μετρ, απορροφώ, αφέντης, κύριος, εξημερώνω, τιθασεύω, ...
Случайные слова
Осанка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: θέση, πόζα, παρουσία, τοποθετώ, άμαξα, τοποθεσία, συμπεριφορά, σχέση, ποζάρω, βαγόνι, έδρανο, στάση, στάση του σώματος, στάσης, τη στάση, τη στάση του σώματος
Переводы: θέση, πόζα, παρουσία, τοποθετώ, άμαξα, τοποθεσία, συμπεριφορά, σχέση, ποζάρω, βαγόνι, έδρανο, στάση, στάση του σώματος, στάσης, τη στάση, τη στάση του σώματος