Освежительный на греческом языке
Перевод: освежительный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά
Другие языки
Родственные слова: освежительный
освежительный полив, освежительный словарь иностранных слов греческий, освежительный на греческом языке
Переводы
- освежение на греческом языке - αναψυχή, ανακαίνιση, δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά
- освежитель на греческом языке - δροσιστής, αποσμητικό, αποσμητικού, αποσμητικά, φρεσκαρίσματος
- освежить на греческом языке - φρεσκάρω, ανανέωσης, Ανανέωση, Refresh, Επικοινωνία Refresh
- осветитель на греческом языке - ηλεκτρολόγος, φωτισμού, φωτιστικό, φωτισμός, φωτισμ, πηγή φωτισμού
Случайные слова
Освежительный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά
Переводы: δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά