Отделение на греческом языке
Перевод: отделение, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διχασμός, μεραρχία, τομή, χωρίζω, αποσκίρτηση, οίκος, τμήμα, χωρισμός, μέρος, κλάδος, κλαδί, μερίδιο, υποκατάστημα, διαζύγιο, διαίρεση, αποκόλληση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: отделение
отделение косово, отделение почты, отделение венеции, отделение аляски, отделение альфа банка, отделение словарь иностранных слов греческий, отделение на греческом языке
Переводы
- отделанный на греческом языке - τελικού, τελικό, τελικών, τελειωμένο, τελικά
- отделать на греческом языке - σκαλίζω, κουρεύω, ξεχωρίζω, αφηγούμαι, κέρασμα, θεραπεύω, κλαδεύω, ...
- отделенный на греческом языке - χωριστός, ιδιωτικός, μόνος, μακριά, φαντάρος, χωρίζω, ξεχωριστός, ...
- отделимый на греческом языке - διαχωριζόμενα, να διαχωριστούν, διαχωρίσιμο, διαχωρίσιμα, διαχωρισθούν
Случайные слова
Отделение на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διχασμός, μεραρχία, τομή, χωρίζω, αποσκίρτηση, οίκος, τμήμα, χωρισμός, μέρος, κλάδος, κλαδί, μερίδιο, υποκατάστημα, διαζύγιο, διαίρεση, αποκόλληση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Переводы: διχασμός, μεραρχία, τομή, χωρίζω, αποσκίρτηση, οίκος, τμήμα, χωρισμός, μέρος, κλάδος, κλαδί, μερίδιο, υποκατάστημα, διαζύγιο, διαίρεση, αποκόλληση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο