Отжиг на греческом языке
Перевод: отжиг, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ανόπτηση, ανόπτησης, ανασύνδεση, συγκολλήσεως, ανοπτήσεως
Другие языки
Родственные слова: отжиг
отжиг праймеров, отжиг нержавеющей стали, отжиг стеклоткани, отжиг меди, отжиг второго рода, отжиг словарь иностранных слов греческий, отжиг на греческом языке
Переводы
- отживающий на греческом языке - απαρχαιουμένος, πεπαλαιωμένος, της παλαιότητάς τους, του απαρχαιωμένου χαρακτήρα, λόγω της παλαιότητάς
- отживший на греческом языке - απαρχαιωμένος, παρωχημένες, παρωχημένα, παρωχημένη, ξεπερασμένο, άνευ αντικειμένου
- отжигать на греческом языке - μαλακώνω, ξεπυρώνω, πυρακτώνω, ανοπτώ, ανόπτονται, ανοπτηθούν
- отжить на греческом языке - μένω, πέρασμα, στενά, έχε, έχω, κυκλοφορώ, ζωντανός, ...
Случайные слова
Отжиг на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ανόπτηση, ανόπτησης, ανασύνδεση, συγκολλήσεως, ανοπτήσεως
Переводы: ανόπτηση, ανόπτησης, ανασύνδεση, συγκολλήσεως, ανοπτήσεως