Отложить на греческом языке
Перевод: отложить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αναστέλλω, ένσταση, κρεμώ, νουθετώ, παρακρατώ, διάλεξη, εφεδρικός, παρακαταθήκη, αναβάλλω, καθυστέρηση, εφεδρεία, θυμάμαι, να αναιρέσει, αναιρέσει, που προορίζεται, αναίρεση, αναιρεθεί
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: отложить
отложить перевод, отложить наутро, отложить талон к врачу самара, отложить в долгий ящик, отложить товар, отложить словарь иностранных слов греческий, отложить на греческом языке
Переводы
- отложенный на греческом языке - αναβαλλόμενος, αναβαλλόμενη, αναβαλλόμενες, αναβαλλόμενων, αναβαλλόμενης
- отложительный на греческом языке - αφαιρετική, αφαιρετική πτώση, αφαιρετικά, θερμοαπαγωγά, αφαιρετικές
- отложиться на греческом языке - βρίσκομαι, διανύω, είμαι, αποχωρώ, αποσχίζομαι, χωρίζομαι, secede, ...
- отломиться на греческом языке - τσιπ, διακόψει, σπάσουν, να διακόψει, σπάσει, διακόψει τις
Случайные слова
Отложить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αναστέλλω, ένσταση, κρεμώ, νουθετώ, παρακρατώ, διάλεξη, εφεδρικός, παρακαταθήκη, αναβάλλω, καθυστέρηση, εφεδρεία, θυμάμαι, να αναιρέσει, αναιρέσει, που προορίζεται, αναίρεση, αναιρεθεί
Переводы: αναστέλλω, ένσταση, κρεμώ, νουθετώ, παρακρατώ, διάλεξη, εφεδρικός, παρακαταθήκη, αναβάλλω, καθυστέρηση, εφεδρεία, θυμάμαι, να αναιρέσει, αναιρέσει, που προορίζεται, αναίρεση, αναιρεθεί