Отменить на греческом языке
Перевод: отменить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αντιστρέφω, φράζω, εμποδίζω, ξεκουμπώνω, ανακαλώ, μπαρ, αναιρώ, μειώνω, ακυρώνω, καταργώ, κάγκελο, θυμάμαι, κοπάζω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: отменить
отменить перевод, отменить последнее действие, отменить бронирование аэрофлот, отменить обновления windows 7, отменить действие, отменить словарь иностранных слов греческий, отменить на греческом языке
Переводы
- отмена на греческом языке - αλλάζω, ήττα, θυμάμαι, ελάττωση, αποφυγή, ακύρωση, παραλλαγή, ...
- отмененный на греческом языке - ακυρώθηκε, ακυρώσεις, ακυρωθεί, ακυρώσεις τουλάχιστον, ακυρώνεται
- отменный на греческом языке - εξαιρετικός, υπέροχος, άριστος, σούπερ, εξαίσιος, έξοχα, άριστη, ...
- отменять на греческом языке - αντιστρέφω, εκκενώνω, μειώνω, εκμηδενίζω, κάνω, αναιρώ, θυμάμαι, ...
Случайные слова
Отменить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αντιστρέφω, φράζω, εμποδίζω, ξεκουμπώνω, ανακαλώ, μπαρ, αναιρώ, μειώνω, ακυρώνω, καταργώ, κάγκελο, θυμάμαι, κοπάζω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
Переводы: αντιστρέφω, φράζω, εμποδίζω, ξεκουμπώνω, ανακαλώ, μπαρ, αναιρώ, μειώνω, ακυρώνω, καταργώ, κάγκελο, θυμάμαι, κοπάζω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε