Относиться на греческом языке

Перевод: относиться, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
βάζω, παραπέμπω, κείμαι, σχετίζομαι, κερνώ, μεταχειρίζομαι, κέρασμα, ψεύδομαι, εφαρμόζω, ανήκω, θεραπεύω, αναφέρομαι, διηγούμαι, αιτούμαι, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
Относиться на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: относиться

относиться с трепетом, относиться предвзято, относиться или относится, относиться с предубеждением, относиться лояльно, относиться словарь иностранных слов греческий, относиться на греческом языке

Переводы

  • относительный на греческом языке - παραθετικός, συγγενής, σχετικός, σχετική, σχέση, σε σχέση
  • относить на греческом языке - παίρνω, παραπέμπω, αναφέρομαι, Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, ...
  • относы на греческом языке - ισχύει, εφαρμόζεται, εφαρμόζει, εφαρμογή, αφορά
  • относящийся на греческом языке - σχετικά, σχετικά με, που αφορούν, αφορούν, σχετίζονται
Случайные слова
Относиться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: βάζω, παραπέμπω, κείμαι, σχετίζομαι, κερνώ, μεταχειρίζομαι, κέρασμα, ψεύδομαι, εφαρμόζω, ανήκω, θεραπεύω, αναφέρομαι, διηγούμαι, αιτούμαι, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν