Отпетый на греческом языке
Перевод: отпетый, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
απεγνωσμένος, απερίσκεπτος, απελπισμένος, παράτολμος, ατάσθαλος, μανιώδης, παλαιός, παγιωμένων, βαθιά ριζωμένη, φανατικός
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: отпетый
отпетый преступник, отпетый дурак, отпетый уголовник, отпетый преступник скайрим, отпетый это, отпетый словарь иностранных слов греческий, отпетый на греческом языке
Переводы
- отпасть на греческом языке - σπάζω, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, ξεφύγει, ξεφύγουν, να ξεφύγει, ...
- отпереть на греческом языке - ανοικτός, εγκαινιάζω, ανοιχτός, ανοίγω, ξεκλειδώσετε, ξεκλείδωμα, να ξεκλειδώσετε, ...
- отпечатать на греческом языке - δημοσιεύω, δακτυλογραφώ, είδος, εμπριμέ, τυπώνω, Εκτύπωση, εκτύπωσης, ...
- отпечаток на греческом языке - τυπώνω, πατημασιά, σημειώνω, εμπριμέ, εντύπωση, γραμματόσημο, εντυπωσιάζω, ...
Случайные слова
Отпетый на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: απεγνωσμένος, απερίσκεπτος, απελπισμένος, παράτολμος, ατάσθαλος, μανιώδης, παλαιός, παγιωμένων, βαθιά ριζωμένη, φανατικός
Переводы: απεγνωσμένος, απερίσκεπτος, απελπισμένος, παράτολμος, ατάσθαλος, μανιώδης, παλαιός, παγιωμένων, βαθιά ριζωμένη, φανατικός