Отстаиваться на греческом языке
Перевод: отстаиваться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: отстаиваться
отстаиваться словарь иностранных слов греческий, отстаиваться на греческом языке
Переводы
- отстает на греческом языке - υστερήσεων, χρονικές υστερήσεις, υστερήσεις, ΟΤΔ, χρονική υστέρηση
- отстаивать на греческом языке - υπερασπίζω, αμύνομαι, αποκρούω, υποστηρικτής, μάχομαι, προστατεύω, συνηγορώ, ...
- отсталость на греческом языке - οπισθοδρομικότητα, καθυστέρηση, καθυστέρησης, υστέρησης, οπισθοδρόμηση
- отсталый на греческом языке - καθυστερημένος, ενισχύω, πλάτη, υποστηρίζω, προς τα πίσω, πίσω, τα πίσω, ...
Случайные слова
Отстаиваться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Переводы: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση