Ощутительный на греческом языке
Перевод: ощутительный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: ощутительный
ощутительный словарь иностранных слов греческий, ощутительный на греческом языке
Переводы
- ощутимость на греческом языке - αισθητό, την αντίληψη, αντιληπτικότητας, πόσο αντιληπτές είναι, πόσο αντιληπτές
- ощутимый на греческом языке - αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, αξιόλογη, αισθητή, αισθητές, ...
- ощутить на греческом языке - γίνομαι, νόημα, σωφροσύνη, αντιλαμβάνομαι, νιώθω, υφή, αισθάνομαι, ...
- ощущает на греческом языке - αισθάνεται, θεωρεί, κρίνει, πιστεύει, εκτιμά
Случайные слова
Ощутительный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Переводы: αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό