Пакостный на греческом языке
Перевод: пакостный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
βρώμικος, σημαίνω, παραδόπιστος, εννοώ, βρόμικος, τσιγκούνης, απαίσιος, λερωμένος, διαβόητος, ανέντιμος, αηδιαστικός, ακάθαρτος, κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: пакостный
пакостный гороскоп, пакостный человек, пикантный синонимы, пакостный кот, пакостный ребенок, пакостный словарь иностранных слов греческий, пакостный на греческом языке
Переводы
- пакостить на греческом языке - λερωμένος, βρώμικος, σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα
- пакостник на греческом языке - κακόμοιρος, βρώμικο, βρώμικα, βρώμικη, βρώμικος, βρώμικες
- пакость на греческом языке - μουρνταριά, κοπριά, βρομιά, βόρβορος, βρώμα, βρωμιά, τη βρωμιά, ...
- пакт на греческом языке - συνθήκη, συμφωνία, σύμφωνο, Συμφώνου, σύμφωνο για, Συμφώνου για
Случайные слова
Пакостный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: βρώμικος, σημαίνω, παραδόπιστος, εννοώ, βρόμικος, τσιγκούνης, απαίσιος, λερωμένος, διαβόητος, ανέντιμος, αηδιαστικός, ακάθαρτος, κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο
Переводы: βρώμικος, σημαίνω, παραδόπιστος, εννοώ, βρόμικος, τσιγκούνης, απαίσιος, λερωμένος, διαβόητος, ανέντιμος, αηδιαστικός, ακάθαρτος, κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο