Перевод на греческом языке
Перевод: перевод, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
παρέκβαση, κινώ, σαλεύω, τύπος, ερμηνεία, εκδοχή, έμβασμα, κίνηση, παρεκτροπή, διακόπτης, αλλάζω, αλλαγή, μετάφραση, μετακομίζω, μετατοπίζω, μετακινώ, μετάφρασης, τη μετάφραση, της μετάφρασης, μεταφραστικές
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: перевод
перевод из десятичной в двоичную, перевод долларов в рубли, перевод с немецкого на русский, перевод с карты на карту, перевод онлайн, перевод словарь иностранных слов греческий, перевод на греческом языке
Переводы
- перевивать на греческом языке - μεταμοσχεύσιμα, μεταμοσχεύσιμους, μετεμφυτεύσιμου, μεταφυτεύσιμων, μεταμφυτεύσιμα
- перевирать на греческом языке - ανακατεύω, μπερδεύω, συγχέω, παρερμηνεύω, misinterpret, παρερμηνεύουν, παρερμηνεύσουν, ...
- переводимый на греческом языке - μεταφράσιμος, μεταφράσιμης, μεταφράσιμα, μεταφράσιμων, μεταφράσιμου
- переводить на греческом языке - μετατοπίζω, μεταβίβαση, βάζω, μειώνω, ελαττώνω, μετάθεση, μεταγράφω, ...
Случайные слова
Перевод на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: παρέκβαση, κινώ, σαλεύω, τύπος, ερμηνεία, εκδοχή, έμβασμα, κίνηση, παρεκτροπή, διακόπτης, αλλάζω, αλλαγή, μετάφραση, μετακομίζω, μετατοπίζω, μετακινώ, μετάφρασης, τη μετάφραση, της μετάφρασης, μεταφραστικές
Переводы: παρέκβαση, κινώ, σαλεύω, τύπος, ερμηνεία, εκδοχή, έμβασμα, κίνηση, παρεκτροπή, διακόπτης, αλλάζω, αλλαγή, μετάφραση, μετακομίζω, μετατοπίζω, μετακινώ, μετάφρασης, τη μετάφραση, της μετάφρασης, μεταφραστικές