Перегораживать на греческом языке
Перевод: перегораживать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κωλυσιεργώ, στηρίγματα, παρακωλύω, κάγκελο, φράζω, φραγμός, εμποδίζω, μπαρ, στεγανοποιήσει, στεγανοποιήσει τις, στεγανοποιήσουν τις, χωρίσουμε τα, στεγανοποιήσουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: перегораживать
перегораживать словарь иностранных слов греческий, перегораживать на греческом языке
Переводы
- перегонка на греческом языке - απόσταξη, εξάχνωση, απόσταξης, αποστάξεως, την απόσταξη, η απόσταξη
- перегонять на греческом языке - ξεπερνώ, υπερακοντίζω, περνώ, προσπερνώ, φεριμπότ, απόσταξη, αποσταχθεί, ...
- перегорать на греческом языке - φυσώ, χτύπημα, σβήνω, καεί, καίγονται, φθαρεί, κάψει
- перегородить на греческом языке - φραγμός, κάγκελο, εμποδίζω, μπαρ, στηρίγματα, κωλυσιεργώ, φράζω, ...
Случайные слова
Перегораживать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κωλυσιεργώ, στηρίγματα, παρακωλύω, κάγκελο, φράζω, φραγμός, εμποδίζω, μπαρ, στεγανοποιήσει, στεγανοποιήσει τις, στεγανοποιήσουν τις, χωρίσουμε τα, στεγανοποιήσουν
Переводы: κωλυσιεργώ, στηρίγματα, παρακωλύω, κάγκελο, φράζω, φραγμός, εμποδίζω, μπαρ, στεγανοποιήσει, στεγανοποιήσει τις, στεγανοποιήσουν τις, χωρίσουμε τα, στεγανοποιήσουν