Перегружать на греческом языке
Перевод: перегружать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
υπερφορτώνω, παραφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: перегружать
перегружать перевод, перегружать функции, перегружать мозг, как перегружать оператор, можно ли перегружать, перегружать словарь иностранных слов греческий, перегружать на греческом языке
Переводы
- перегреваться на греческом языке - υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
- перегреться на греческом языке - υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
- перегружаться на греческом языке - υπερφορτώνω, να μεταφερθούν, να μεταφερθεί, μεταφέρεται, μεταφερθούν, μεταβιβάζεται
- перегруженность на греческом языке - συμφόρηση, συμφόρησης, της συμφόρησης, κυκλοφοριακής συμφόρησης, κυκλοφοριακή συμφόρηση
Случайные слова
Перегружать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: υπερφορτώνω, παραφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση
Переводы: υπερφορτώνω, παραφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση