Переползать на греческом языке
Перевод: переползать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
σύρσιμο, σέρνομαι, σύρομαι, κόλακας, μπουσουλάω, έρπω, σέρνονται, παρεισφρήσουν, ερπυσμός, κλίνουν, ερπυσμού
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: переползать
переползать словарь иностранных слов греческий, переползать на греческом языке
Переводы
- переплёт на греческом языке - δέσιμο, δεσμευτικός, βιβλίο τσέπης, χαρτόδετο βιβλίο, Paperback, Χαρτόδετο, Μαλακό εξώφυλλο
- переподготовка на греческом языке - επανεκπαίδευση, επανακατάρτισης, επανακατάρτιση, επανεκπαίδευσης, αναπροσανατολισμού
- переполнение на греческом языке - ξεχειλίζω, υπερχείλιση, ξεχείλισμα, υπερχείλισης, υπερχειλίσεως, την υπερχείλιση
- переполненный на греческом языке - μεστός, πλήρης, συνωστισμό, συνωστισμός, πολυσύχναστες, πολυσύχναστα, γεμάτο
Случайные слова
Переползать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: σύρσιμο, σέρνομαι, σύρομαι, κόλακας, μπουσουλάω, έρπω, σέρνονται, παρεισφρήσουν, ερπυσμός, κλίνουν, ερπυσμού
Переводы: σύρσιμο, σέρνομαι, σύρομαι, κόλακας, μπουσουλάω, έρπω, σέρνονται, παρεισφρήσουν, ερπυσμός, κλίνουν, ερπυσμού