Переулок на греческом языке
Перевод: переулок, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
λωρίδα, πάροδος, δρομάκι, σοκάκι, λωρίδας, λωρίδων, διάδρομος, λωρίδα κυκλοφορίας
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: переулок
переулок на английском, переулок северный, переулок северный 2, переулок маяковского, переулок джамбула, переулок словарь иностранных слов греческий, переулок на греческом языке
Переводы
- переубеждаться на греческом языке - αλλάζω, μετατροπή, παραλλάζω, παραλλαγή, ανακρούω, αλλάξουμε γνώμη
- переукомплектованный на греческом языке - υπεράριθμο προσωπικό, με πλεονάζον προσωπικό, έχει πλεονάζον προσωπικό, το υπεράριθμο προσωπικό, υπεράριθμο προσωπικό που
- переусердствовать на греческом языке - εξογκώνω, παρακάνω, παρακάνετε, το παρακάνετε, παρακάνετε με, το παρακάνετε με
- переустраивать на греческом языке - αναδιοργανώσει, αναδιοργανώσουν, αναδιοργανωθούν, την αναδιοργάνωση, αναδιοργανώσουμε
Случайные слова
Переулок на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: λωρίδα, πάροδος, δρομάκι, σοκάκι, λωρίδας, λωρίδων, διάδρομος, λωρίδα κυκλοφορίας
Переводы: λωρίδα, πάροδος, δρομάκι, σοκάκι, λωρίδας, λωρίδων, διάδρομος, λωρίδα κυκλοφορίας