Поверенный на греческом языке
Перевод: поверенный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
μεσίτης, δικηγόρος, έμπιστος, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, συνήγορος, παράγων, πράκτορας, δουλειά, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: поверенный
поверенный прибор, поверенный в доверенности, поверенный по договору поручения обязан, поверенный синоним, поверенный в делах, поверенный словарь иностранных слов греческий, поверенный на греческом языке
Переводы
- повергать на греческом языке - ανατροπή, ρίξει κάτω, να ρίξει κάτω, ρίξει, γκρεμίσει, να ρίξει κάτω από
- повергнуть на греческом языке - αναποδογυρίζω, ανατροπή, μπατάρω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, ...
- поверженный на греческом языке - κατάκοιτος, γονατίστε, να κατάκοιτος, εξαπλώνω
- поверить на греческом языке - διαπιστεύω, εξουσιοδοτώ, πιστεύω, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν
Случайные слова
Поверенный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: μεσίτης, δικηγόρος, έμπιστος, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, συνήγορος, παράγων, πράκτορας, δουλειά, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο
Переводы: μεσίτης, δικηγόρος, έμπιστος, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, συνήγορος, παράγων, πράκτορας, δουλειά, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο