Подразделяться на греческом языке
Перевод: подразделяться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
υποδιαιρούν, υποδιαιρέσουν, ανακατανέμει το, να υποδιαιρέσουν, υποδιαιρέσουν την
Другие языки
Родственные слова: подразделяться
подразделяться синоним, подразделяться синонимы, подразделяться словарь иностранных слов греческий, подразделяться на греческом языке
Переводы
- подразделение на греческом языке - μονάδα, υποδιαίρεση, υποκατάστημα, κλάδος, στοιχείο, κλαδί, υποδιαιρέσεως, ...
- подразделять на греческом языке - σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διάλλειμα, υποδιαιρούν, υποδιαιρέσουν, ανακατανέμει το, ...
- подразнить на греческом языке - πειράζω, ξεμπλέκω, πειράζουν, πειράζει, πείραγμα, tease
- подразумеваемое на греческом языке - επαγωγή, υπαινιγμός, επιπτώσεις, επίπτωση, σιωπηρώς, εμμέσως
Случайные слова
Подразделяться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: υποδιαιρούν, υποδιαιρέσουν, ανακατανέμει το, να υποδιαιρέσουν, υποδιαιρέσουν την
Переводы: υποδιαιρούν, υποδιαιρέσουν, ανακατανέμει το, να υποδιαιρέσουν, υποδιαιρέσουν την