Подтверждение на греческом языке
Перевод: подтверждение, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αναγνώριση, συμπαράσταση, βοήθεια, αποδοχή, υποστήριγμα, διαβεβαίωση, μαρτυρία, οπισθογράφηση, στήριγμα, επιδοκιμασία, κατάθεση, επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: подтверждение
подтверждение трудового стажа, подтверждение прав на сайт, подтверждение соответствия, подтверждение оквэд, подтверждение рвп, подтверждение словарь иностранных слов греческий, подтверждение на греческом языке
Переводы
- подтверждаться на греческом языке - αποδεικνύω, επιβεβαίωσε, επιβεβαιωθεί, επιβεβαιώθηκε, επιβεβαιώνεται, επιβεβαίωσαν
- подтверждающий на греческом языке - επιβεβαιώνοντας, επιβεβαίωση, επιβεβαιώνει, την επιβεβαίωση, επιβεβαιώνουν
- подтвержденный на греческом языке - δύσκολος, κατασταλαγμένος, σκληρός, επιβεβαίωσε, επιβεβαιωθεί, επιβεβαιώθηκε, επιβεβαιώνεται, ...
- подтек на греческом языке - μελανιάζω, μώλωπας, μελανιά, κηλίδα, λεκιάζω, μώλωπα, εκχύμωση, ...
Случайные слова
Подтверждение на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αναγνώριση, συμπαράσταση, βοήθεια, αποδοχή, υποστήριγμα, διαβεβαίωση, μαρτυρία, οπισθογράφηση, στήριγμα, επιδοκιμασία, κατάθεση, επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση
Переводы: αναγνώριση, συμπαράσταση, βοήθεια, αποδοχή, υποστήριγμα, διαβεβαίωση, μαρτυρία, οπισθογράφηση, στήριγμα, επιδοκιμασία, κατάθεση, επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση