Полудить на греческом языке
Перевод: полудить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κασσίτερος, κονσέρβα, κασσιτέρωση, γανώματος, επικασσιτερώσεως, επικασσιτερωση, επικασσιτέρωσης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: полудить
полудить словарь иностранных слов греческий, полудить на греческом языке
Переводы
- полуграмотный на греческом языке - αμαθής, αγνοών, αγράμματος, ημιαναλφάβητοι, αμόρφωτος
- полуденный на греческом языке - μεσημέρι, το μεσημέρι, μεσημεριανό, μεσημεριανές, μεσημεριού
- полудрагоценный на греческом языке - ημιπολύτιμος, ημιπολύτιμους, ημιπολύτιμες, ημιπολύτιμοι, ημιπολύτιμων
- полужесткий на греческом языке - ημιάκαμπτο, ημιάκαμπτου, ημισυμπαγές, ημίσκληρες
Случайные слова
Полудить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κασσίτερος, κονσέρβα, κασσιτέρωση, γανώματος, επικασσιτερώσεως, επικασσιτερωση, επικασσιτέρωσης
Переводы: κασσίτερος, κονσέρβα, κασσιτέρωση, γανώματος, επικασσιτερώσεως, επικασσιτερωση, επικασσιτέρωσης