Попирать на греческом языке
Перевод: попирать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
περιφρόνηση, καταφρόνια, κακομεταχειρίζομαι, αγνοώ, αμέλεια, τσαλαπατώ, αμελώ, αντιστέκομαι, αψηφώ, παραβαίνω, παραβιάζω, παραβλέπω, περιφρονώ, αθετώ, πάτημα, πέλματος, πέλμα, του πέλματος, το πέλμα
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: попирать
попирать значение, попирать честь и достоинство, попирать синоним, попирать льва и дракона, попирать будешь льва и дракона, попирать словарь иностранных слов греческий, попирать на греческом языке
Переводы
- попечитель на греческом языке - χορηγός, κηδεμόνας, χορηγώ, διαχειριστής, θεματοφύλακας, επιμελητής, επίτροπος, ...
- попечительство на греческом языке - θάλαμος, φροντίδα, ενδιαφέρον, προστασία, προβληματισμός, θεωρώ, πατρονάρισμα, ...
- попировать на греческом языке - πανδαισία, πανηγύρι, συμπόσιο, ευωχούμαι, γιορτή, γιορτής, γλέντι, ...
- пописать на греческом языке - κατούρημα, Pee, κατούρημα ο, κατουρήσει, κατουρήσω
Случайные слова
Попирать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: περιφρόνηση, καταφρόνια, κακομεταχειρίζομαι, αγνοώ, αμέλεια, τσαλαπατώ, αμελώ, αντιστέκομαι, αψηφώ, παραβαίνω, παραβιάζω, παραβλέπω, περιφρονώ, αθετώ, πάτημα, πέλματος, πέλμα, του πέλματος, το πέλμα
Переводы: περιφρόνηση, καταφρόνια, κακομεταχειρίζομαι, αγνοώ, αμέλεια, τσαλαπατώ, αμελώ, αντιστέκομαι, αψηφώ, παραβαίνω, παραβιάζω, παραβλέπω, περιφρονώ, αθετώ, πάτημα, πέλματος, πέλμα, του πέλματος, το πέλμα