Посредственный на греческом языке
Перевод: посредственный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
καημένος, τσιγκούνης, μετριοπαθής, φτωχός, πενιχρός, σημαίνω, εννοώ, πανηγύρι, δίκαιος, ξανθός, συνηθισμένος, μέτριος, παραδόπιστος, μετριάζω, μέτρια, μέτριο, μέτριες, μέτριας
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: посредственный
посредственный человек, непосредственно значение слова, посредственный значение, посредственный антоним, посредственный синонимы, посредственный словарь иностранных слов греческий, посредственный на греческом языке
Переводы
- посредственно на греческом языке - δίκαιος, πανηγύρι, ξανθός, αδιάφορα, αδιακρίτως, αδιαφορία, με αδιαφορία, ...
- посредственность на греческом языке - μετριότητα, αδιαφορία, μετριότητας, τη μετριότητα, η μετριότητα, την μετριότητα
- посредство на греческом языке - υπηρεσία, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
- посредством на греческом языке - ανά, κάθε, μέσω, μέσω της, μέσω του, με, μέσα
Случайные слова
Посредственный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: καημένος, τσιγκούνης, μετριοπαθής, φτωχός, πενιχρός, σημαίνω, εννοώ, πανηγύρι, δίκαιος, ξανθός, συνηθισμένος, μέτριος, παραδόπιστος, μετριάζω, μέτρια, μέτριο, μέτριες, μέτριας
Переводы: καημένος, τσιγκούνης, μετριοπαθής, φτωχός, πενιχρός, σημαίνω, εννοώ, πανηγύρι, δίκαιος, ξανθός, συνηθισμένος, μέτριος, παραδόπιστος, μετριάζω, μέτρια, μέτριο, μέτριες, μέτριας