Предъявлять на греческом языке
Перевод: предъявлять, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
προσκομίζω, κοσμικός, καταλύω, στρώνω, σφηνώνω, παρουσιάζω, παρών, εκδικούμαι, ξαπλώνω, παράγω, δώρο, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: предъявлять
предъявлять синонимы, предъявлять иск, предъявлять требования на английском, предъявлять претензии, предъявлять спряжение, предъявлять словарь иностранных слов греческий, предъявлять на греческом языке
Переводы
- предъявить на греческом языке - προσκομίζω, παράγω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν
- предъявление на греческом языке - παραγωγή, παρουσίαση, παρουσίασης, την παρουσίαση, υποβολή, προσκόμιση
- предыдущий на греческом языке - προηγούμενος, διαρκώ, προκαταρκτικός, φτουρώ, πρόσθιος, τελευταίος, προηγούμενη, ...
- предыстория на греческом языке - προϊστορία, προϊστορίας, την προϊστορία, προϊστορικούς χρόνους, τους προϊστορικούς χρόνους
Случайные слова
Предъявлять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: προσκομίζω, κοσμικός, καταλύω, στρώνω, σφηνώνω, παρουσιάζω, παρών, εκδικούμαι, ξαπλώνω, παράγω, δώρο, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει
Переводы: προσκομίζω, κοσμικός, καταλύω, στρώνω, σφηνώνω, παρουσιάζω, παρών, εκδικούμαι, ξαπλώνω, παράγω, δώρο, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει